Η ραγδαία πρόοδος της Κίνας στην τεχνολογία των επεξεργαστών αποτελεί κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια της Ευρώπης και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις πρέπει να προβούν σε σαρωτικές αλλαγές στα σχέδιά τους προκειμένου να οικοδομήσουν μια ευρωπαϊκή βιομηχανία επεξεργαστών. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει σχετική έκθεση των Γιαν Πέτερ Κλάινχανς, του ινστιτούτου Stiftung Neue Verantwortung (SNV) και του Τζον Λι, πρώην στελέχους του ινστιτούτου Κινεζικών Μελετών Mercator, που παρουσιάστηκε χθες στο Βερολίνο. Δεδομένου ότι ο Κλάινχανς είναι διευθυντής προγραμμάτων Τεχνολογίας και Γεωπολιτικής στο SNV, οι θέσεις του λαμβάνονται σοβαρά υπόψη – ιδιαιτέρως για την πολιτική διάσταση της βιομηχανίας των επεξεργαστών. Σε ό,τι αφορά τον Λι, είναι ειδικευμένος σε θέματα Κίνας και έχει εργαστεί στο υπουργείο Εξωτερικών και Αμυνας της Αυστραλίας προτού αναλάβει κορυφαίος αναλυτής του Mercator.
Οι δύο εμπειρογνώμονες εκφράζουν την εκτίμηση ότι οι προτάσεις και τα σχέδια της Ε.Ε. για μια μονάδα παραγωγής επεξεργαστών υψηλής τεχνολογίας «δεν είναι επαρκή» και δεν στοιχειοθετούν βιώσιμη στρατηγική. Οι επισημάνσεις τους αναφέρονται στη στρατηγική που εκπονεί η Ε.Ε. προσπαθώντας εν μέσω έλλειψης επεξεργαστών στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα και κλιμάκωσης της γεωπολιτικής έντασης ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα να διασφαλίσει πρόσβαση στα κρίσιμα εξαρτήματα της ψηφιακής τεχνολογίας. Το σχετικό νομοσχέδιο για τους επεξεργαστές αναμένεται να έχει διατυπωθεί και ολοκληρωθεί μέχρι τα μέσα του 2022 και θέτει στόχο για την Ε.Ε. να έχει 20% μερίδιο στην παγκόσμια αγορά επεξεργαστών μέχρι το 2030, συμπεριλαμβανομένου του σχεδιασμού και της παραγωγής δικών της επεξεργαστών υψηλής τεχνολογίας. Οι Κλάινχανς και Λι καλούν, όμως, την Ε.Ε. να διοχετεύσει κεφάλαια σε όλη την εφοδιαστική αλυσίδα και να αναπτύξει τους τομείς της συναρμολόγησης, των δοκιμών και της συσκευασίας επεξεργαστών αλλά παράλληλα να ενθαρρύνει τις ευρωπαϊκές νεοφυείς εταιρείες και τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια να επικεντρωθούν στον σχεδιασμό τους.
Οι δύο εμπειρογνώμονες καλούν επίσης την Ε.Ε. να καταλάβει η ίδια μεγαλύτερο μέρος της εφοδιαστικής της αλυσίδας ώστε να αποφύγει περαιτέρω ελλείψεις και επεισόδια συμφόρησης. Όπως τονίζουν, οι τομείς αυτοί «απουσιάζουν από τον δημόσιο διάλογο αλλά είναι κρίσιμοι για την ανταγωνιστικότητα και την ασφάλεια της Ευρώπης στην τεχνολογία». Τις τελευταίες δύο δεκαετίες η Ευρώπη εξαρτάται όλο και περισσότερο από την Κίνα σε πολλούς από τους κρίκους της αλυσίδας των επεξεργαστών ηλεκτρονικών υπολογιστών, που είναι και τα θεμελιώδη οικοδομικά υλικά των σύγχρονων τεχνολογιών από τις οικιακές συσκευές μέχρι τα αυτοκινούμενα οχήματα. Και όπως τονίζει η σχετική έκθεση, η εξάρτηση αυτή εγκυμονεί κινδύνους για την εθνική ασφάλεια της Ε.Ε., την ανταγωνιστικότητά της στον τομέα της τεχνολογίας αλλά και την αντοχή της εφοδιαστικής της αλυσίδας.
Εχουν υπάρξει πρωτοβουλίες τόσο από την Ε.Ε. όσο και από ορισμένα κράτη-μέλη της, όπως η Γερμανία και η Γαλλία, που προσπαθούν να προσελκύσουν μια βιομηχανία ικανή να παράγει επεξεργαστές της πλέον προηγμένης τεχνολογίας. Εως τώρα μόνο η Ταϊβάν και η Νότια Κορέα έχουν αυτή τη δυνατότητα γι’ αυτό και οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας έχουν προσφέρει επιδοτήσεις ύψους πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων στην προσπάθειά τους να δελεάσουν την Taiwan Semiconductor Manufacturing Co. και τη Samsung Electronics Col και να τις πείσουν να ιδρύσουν μονάδες παραγωγής στην επικράτειά τους.
Για την ανέγερση μιας τέτοιας βιομηχανίας είναι αναγκαία η επιδότηση, αλλά οι δύο επιστήμονες και συντάκτες της εν λόγω έκθεσης καλούν την Ε.Ε. να εγκαταλείψει «τα στενά όρια των συνταγών πολιτικής» και να συνάψει στρατηγικής σημασίας σχέσεις συνεργασίας με τις οικονομίες της ανατολικής Ασίας που διαδραματίζουν καίριο ρόλο στην αλυσίδα παραγωγής υψηλής αξίας όπως την Ταϊβάν, τη Νότια Κορέα, αλλά και την Ιαπωνία, τη Σιγκαπούρη ή ακόμη και τη Μαλαισία. Υποστηρίζουν πως η Ε.Ε. πρέπει να προχωρήσει σε «ουσιαστικές επενδύσεις», ιδιαιτέρως στον τομέα του σχεδιασμού επεξεργαστών, προσφέροντας καλύτερες συνθήκες στις νεοφυείς εταιρείες, στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και σε όσες αυτονομούνται από ερευνητικά κέντρα. Η σημασία του σχεδιασμού αυξάνεται διαρκώς επειδή οι επεξεργαστές εξειδικεύονται όλο και περισσότερο. Την κυρίαρχη θέση στον τομέα του σχεδιασμού κατέχουν ακόμη οι ΗΠΑ με βιομηχανίες όπως η Nvidia και η Qualcomm. Όπως, όμως, διαπίστωσε τον Ιούνιο έρευνα που έγινε για λογαριασμό του Λευκού Οίκου, οι βιομηχανίες αυτές εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις πωλήσεις τους στην Κίνα για να αντλήσουν κέρδη και επενδύσεις στην έρευνα και την ανάπτυξη. Και στο μεταξύ, επισημαίνουν οι δύο εμπειρογνώμονες, η Κίνα κάνει άλματα μέσω των τεχνολογικών κολοσσών της Alibaba, Tencent και Baidu που σχεδιάζουν τους δικούς τους επεξεργαστές για τον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης και της υπολογιστικής νέφους.
Πηγή: kathimerini.gr