Η Χ. πέρασε μια δύσκολη εβδομάδα. Αναποδιές την οδήγησαν στο να χάσει κυριολεκτικά τον ύπνο της. «Νιώθω σαν ρομπότ», παραμιλούσε συχνά σε κουβέντες. Το ίδιο απόγευμα «πέθανε» το ψυγείο της. Οι τεχνικοί τη συμβούλευσαν να αγοράσει καινούργιο, μια επισκευή δεν τη συνέφερε. Οπερ και εγένετο. Οι κινήσεις της ταχύτατες, η επιλογή άμεση, χρειαζόταν ψυγείο. Μόλις ήρθε το καινούργιο ψυγείο, περίμενε πώς και πώς να το βάλει σε λειτουργία, όμως οι οδηγίες ήταν σαφείς: Το ψυγείο προτού μπει σε λειτουργία έπρεπε να ξεκουραστεί 6 έως 10 ώρες. Το ολοκαίνουργο, φρέσκο της ψυγείο έπρεπε –προτού τεθεί σε ωραιότατη προγραμματισμένη λειτουργία– να «κοιμηθεί» ένα κανονικότατο οκτάωρο. Κάτι που δεν είχε καταφέρει εκείνη τον τελευταίο καιρό.
Ο Γ. φοβάται τα τελευταία χρόνια ότι θα χάσει τη δουλειά του. Δουλεύει σε πόστο μιας μεγάλης τράπεζας, όπου όλα μοιάζουν ίδια και επαναλαμβανόμενα. «Ανετα θα έκανε τη δουλειά μου ένα ρομπότ», ισχυρίζεται. Από την άλλη, κάθε φορά που του ζητείται να κάνει κάτι διαφορετικό, είναι απρόθυμος. Δεν θέλει να αλλάξει τίποτα από την καθημερινή υπνωτιστική του ρουτίνα.
Η Ζ. γέννησε πριν από μερικούς μήνες. Δεν φανταζόταν πόσο δύσκολο και τραυματικό θα ήταν για εκείνη. Ο θηλασμός τής δημιούργησε επιλόχειο κατάθλιψη και ο γιατρός τής πρότεινε να σταματήσει τον θηλασμό. Εκείνη ζήτησε αντικαταθλιπτικά. «Πάρτε αυτήν τη θλίψη από πάνω μου, προτιμώ να είμαι ένα ρομπότ», έλεγε μέσα στην οδύνη της.
Ολοένα και περισσότερο τον τελευταίο καιρό πληθαίνουν τα βιβλία, τα δημοσιεύματα, οι έρευνες μεγάλων εταιρειών για το πώς θα αλλάξει η ζωή μας με την εμφάνιση των ρομπότ στην καθημερινότητά μας. Πόσες και ποιες εργασίες θα χαθούν, πόσοι θα βρεθούν στο περιθώριο, τι σημαίνει για τον άνθρωπο η συναναστροφή με τα ρομπότ και πού μπορεί να φτάσει η τεχνητή νοημοσύνη; Δεν είναι λίγοι οι άνθρωποι που τρομάζουν στο άκουσμα της έλευσης των ακούραστων, ασταμάτητων ρομπότ, γιατί αντιλαμβάνονται ότι εκείνοι θα μπουν σε κάποιο περιθώριο… αναγκαστικά. Αλλά πριν να έρθουν τα ρομπότ, ας σκεφτούμε τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος σήμερα και πόσο δύσκολο είναι;
Με την τρίτη βιομηχανική επανάσταση ο άνθρωπος είδε τη ζωή του να αλλάζει. Οι αλλαγές είχαν αρχίσει πολύ νωρίτερα, αλλά με τον ηλεκτρισμό και τις μηχανές ο άνθρωπος ξαλάφρωσε. Πόσες γυναίκες δεν είδαν το θαύμα των πλυντηρίων μέσα στο σπίτι, των ψυγείων, πόσοι άνθρωποι δεν ταξίδεψαν με όλους τους τρόπους, από ξηράς, θάλασσας και αέρος. Επρεπε να έρθει η πανδημία για να δούμε πόσο διευκολύνθηκαν η επαγγελματική και η κοινωνική μας ζωή από το Διαδίκτυο. Πώς διατηρήσαμε σε ένα βαθμό τη σχολική κοινότητα, την επαγγελματική συνοχή και τις ανθρώπινες σχέσεις μέσω της οθόνης του υπολογιστή ή του κινητού. Ας μη μιλήσουμε για την ιατρική. Με χαρά και ανακούφιση υποδεχόμαστε κάθε φορά καθετί που μας διευκολύνει. Πώς άραγε πιστεύουμε ότι όλα αυτά τα θαύματα της επίγειας ζωής δεν συνοδεύονται από κάποιο ορατό ή ανομολόγητο τίμημα;
Είναι σαν να επιλέγουμε να δούμε μόνο τη διευκόλυνση που φέρνουν οι μηχανές στη ζωή μας, αφήνοντας απ’ έξω τη συνειδητοποίηση πως ό,τι αφήνουμε μας αφήνει. Ο,τι μας διευκολύνει, μας κοιμίζει κιόλας. Ο,τι μας γίνεται εύκολο, παύει να μας απασχολεί. Κομμάτια και μέρη του ψυχισμού και του εγκεφάλου συνδέονται και αποσυνδέονται από όσα πια δεν μας απασχολούν.
Και έπειτα είναι η διερώτηση: πού θέλουμε να φτάσουμε; Πόση ανάπτυξη, πόσα κέρδη, πόση ταχύτητα, πόση συμπίεση χρόνου; Να ταξιδεύουμε το πρωί στην Αθήνα για μια διάλεξη και το βράδυ να πίνουμε το κρασί μας στο Παρίσι. Εφικτό πλέον. Να εργαζόμαστε σε παράλληλα projects και να μοιράζουμε την προσοχή μας σε ταυτόχρονες πηγές διέγερσης. Εφικτό και απαραίτητο. Από την άλλη, πόσοι εξαιτίας της βίωσης ενός τραυματικού γεγονότος δεν επιθυμούν να ερωτεύονται, αλλά να μην πληγώνονται. Να γεννάνε, αλλά να μη θλίβονται. Να εργάζονται και να αμείβονται, αλλά να μη σκέφτονται. Να στύβουν τον χρόνο απορροφώντας τους χυμούς, χωρίς να υπάρχει σκέψη ή σεβασμός στο γεγονός ότι ο χρόνος θέλει τον χρόνο του. Πολλές φορές μιλάμε για την κλιματική αλλαγή, αλλά δεν σκεφτόμαστε ότι αυτό που νοσεί δεν είναι ο πλανήτης αλλά ο άνθρωπος. Το είδαμε πρόσφατα και στην πανδημία. Μόλις σιγήσουμε, ο πλανήτης ανακάμπτει. Εμείς βιάζουμε τη φύση του εαυτού μας. Ας σκεφτούμε ύστερα από δύο καραντίνες, σε τι ρυθμούς επανήλθαμε. Εμείς παλεύουμε ακόμη και χωρίς να το καταλαβαίνουμε να μειώσουμε τα συναισθήματα, να μονώσουμε τη σκέψη, να παγώσουμε τα πάθη μας. Γιατί είναι επώδυνο να είσαι άνθρωπος. Αλλά και μοναδικό.
Μελέτες των ψυχοσωματιστών συνδέουν το αλλεργικό σύμπτωμα, το αυτοάνοσο νόσημα, ακόμη και τον καρκίνο, με τη μηχανιστική σκέψη. Η μηχανιστική σκέψη σχετίζεται με τη μείωση της λιβιδινικής ενέργειας, με την απομάκρυνση του συνειδητού από το ρέον ανθρώπινο ασυνείδητο, εξαιτίας πρώιμων ψυχικών τραυματισμών. Ο άνθρωπος σε αυτές τις συνθήκες εγκαταλείπει τη δυνατότητα ψυχικών συνδέσεων, ροής ανάμεσα στο ασυνείδητο, στο προσυνειδητό και στο συνειδητό, και έτσι στη σκέψη δεν υπάρχει η ρωγμή του αυθόρμητου συναισθήματος. Κάθε φορά που εγκαταλείπουμε την ψυχική μας ζωντάνια, αδρανοποιούμε και μέρος της ανθρώπινης λειτουργίας μας. Κάθε φορά που αποφεύγουμε τον πόνο, κρυβόμαστε από τη δυνατότητα της ικανοποίησης, ακόμη και της χαράς.
Τι είναι αυτό που θα μας διαφοροποιήσει τελικά από ένα ρομπότ; Το δικό μας μοναδικό ανθρώπινο αποτύπωμα. Η ιστορία μας. Οι συνδέσεις μας με το παρελθόν. Που κουβαλά τραύματα και πλούτη, χαρές και θλίψεις. Το αποτύπωμα που παραδέχεται τα ανθρώπινα όριά του και σέβεται τον χρόνο και τις φυσικές λειτουργίες.
Πηγή: kathimerini.gr