Ανδρέου ηλεκτρονικές απάτες

Microsoft, Google και Amazon επιλέγουν Ελλάδα

Μέχρι πριν από λίγα χρόνια δύσκολα θα μπορούσε να φανταστεί κανείς πως η Ελλάδα θα αξίωνε να βρεθεί στο κλαμπ των χωρών που παράγουν καινοτομία και νεοφυείς επιχειρήσεις, ικανές να προσελκύσουν το διεθνές επενδυτικό ενδιαφέρον. Αρχίζουν όμως πλέον να εμφανίζονται οι προϋποθέσεις εκείνες που καθιστούν ρεαλιστική μια τέτοια συζήτηση, όπως είναι η βελτίωση του θεσμικού πλαισίου, η αποκλιμάκωση του πολιτικού ρίσκου και ένα κράτος πιο φιλικό στην επιχειρηματικότητα, το οποίο αυξάνει τις ευκαιρίες για το ανθρώπινο δυναμικό, ή όπως αλλιώς ονομάζεται το ελληνικό ταλέντο.

Αυτή την εποχή, τρεις πολυεθνικές εταιρείες βρίσκονται σε συζητήσεις με τους αρμόδιους φορείς του ελληνικού δημοσίου προκειμένου να αναπτύξουν στην Ελλάδα κέντρα δεδομένων (data centers). Οι τρεις αυτές εταιρείες, σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων και Εξωστρέφειας και πρόεδρο του Enterprise Greece, Γιάννη Σμυρλή, έχουν επιχειρηματικά σχέδια ο προϋπολογισμός των οποίων ξεπερνά το 1,5 δισ. ευρώ. Οι επενδύσεις αυτές, εφόσον προχωρήσουν, θα έλθουν να προστεθούν σε εκείνες για τα data centers που ήδη αναπτύσσουν η Microsoft, η Google και η Amazon Web Services, όπως και στις νέες συναφείς υποδομές που δρομολογεί η Digital Realty, η οποία εξαγόρασε το 2020 την ελληνική Lamda Hellix.

Η ΣΩΣΤΗ ΣΤΙΓΜΗ

Γιατί στην Ελλάδα όμως; Και γιατί τώρα; Αυτοί που παρακολουθούν τον κλάδο σημειώνουν πως έχει συμβάλει μια σειρά παραμέτρων, πέρα από τη σκληρή προσπάθεια της ανώτατης πολιτικής ηγεσίας και παρά το γεγονός ότι η χώρα ξεκίνησε την πορεία αυτή από μειονεκτική θέση. Καταλύτες θεωρούνται το καταρτισμένο στελεχιακό, επιστημονικό και εργατικό δυναμικό, η γεωγραφική θέση και η συμμετοχή της χώρας στις μεγάλες δυτικές συμμαχίες, γεγονός που της επιτρέπει να είναι μέρος των μεγάλων διαδρομών της πληροφορίας (καλώδια δεδομένων) που συνδέουν την Ασία και τη Μέση Ανατολή με την Ευρώπη.

Επιπλέον, στην Ελλάδα αθροίζονται τα τελευταία χρόνια συμβουλευτικοί οίκοι, αλλά και εταιρείες τεχνολογίας και έρευνας, που προχωρούν στην ίδρυση κέντρων καινοτομίας. Ταυτόχρονα, εταιρείες παροχής υπηρεσιών σε επιχειρήσεις και δημόσιο ανακαλύπτουν εκ νέου την Ελλάδα και προσεγγίζουν δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, διευρύνοντας την αγορά του ψηφιακού μετασχηματισμού. Εξάλλου, ο ψηφιακός μετασχηματισμός των ελληνικών κρατικών φορέων αλλά και η μετανάστευση των δεδομένων και των εφαρμογών των ελληνικών τραπεζών και άλλων μεγάλων ομίλων δημιουργούν μια προσοδοφόρα αγορά για τους ξένους ομίλους τεχνολογίας πληροφορικής.

Η ανάπτυξη νέων data centers στην Ελλάδα, πέραν αυτών των Microsoft, Amazon και Google, κρίνεται απαραίτητη μετά και τη συμφωνία, νωρίτερα φέτος, μεταξύ Αθήνας και Ριάντ για τον «East to Med data Corridor», ένα νέο υποθαλάσσιο και επίγειο καλωδιακό σύστημα μεταφοράς δεδομένων που θα διασυνδέσει την Ευρώπη με την Ασία μέσω Ελλάδας και Σαουδικής Αραβίας. Το έργο θα καταστήσει την Ελλάδα την ανατολική πύλη της ΕΕ για τη μεταφορά δεδομένων και το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας περιφερειακό ψηφιακό κόμβο. Του έργου ηγούνται από την πλευρά της Σαουδικής Αραβίας το MENA HUB και από την ελληνική πλευρά η TTSA. Μέτοχοι του έργου θα είναι επίσης η ΔΕΗ και η CyTA Κύπρου. Η υλοποίηση του έργου αναμένεται να ξεκινήσει τους επόμενους μήνες και η ολοκλήρωσή του υπολογίζεται για το τέταρτο τρίμηνο του 2025. Το έργο αξιοποιεί τη γεωγραφική θέση της Ελλάδας και της Σαουδικής Αραβίας για να δημιουργήσει έναν απαραίτητο για την παγκόσμια οικονομία διάδρομο μεταφοράς δεδομένων, τοποθετώντας ταυτόχρονα τις δύο χώρες στο επίκεντρο μεταφοράς, αποθήκευσης και δημιουργίας δεδομένων στην Ευρασία.

Γι’ αυτό και εκδηλώνεται τώρα πρόσθετο ενδιαφέρον για την ένταξη στο καθεστώς των στρατηγικών επενδύσεων σε data center και από άλλους ομίλους. Προηγήθηκε η Google και νωρίτερα η Microsoft και η Amazon. Η Google προχωρά στην ανάπτυξη υποδομών και ενός περιφερειακού κόμβου παροχής υπηρεσιών cloud στην Ελλάδα, επένδυση η οποία, σύμφωνα με την κυβέρνηση, μπορεί να συνεισφέρει πάνω από 2 δισ. ευρώ στο ελληνικό ΑΕΠ έως το 2030 και να δημιουργήσει 20.000 νέες θέσεις εργασίας. Σε προστιθέμενη αξία ακόμη 1 δισ. ευρώ έχει αποτιμηθεί η επένδυση της Microsoft, που ήταν και η πρώτη που ανακοινώθηκε στον κλάδο. Έως το 2025 η επένδυση στα τρία data centers της Microsoft θα έχει ολοκληρωθεί καθώς προχωρά η αδειοδότηση, ενώ έχουν ήδη αποκτηθεί οι εκτάσεις που απαιτούνται, σύμφωνα με τη δήλωση του Θεοδόση Μιχαλόπουλου, CEO της Microsoft Ελλάδας, Κύπρου και Μάλτας. Tο σύμπλεγμα αυτό των data centers στην Ελλάδα είναι το πρώτο που θα κατασκευάσει η Microsoft στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Microsoft Ελλάδος, η εγγύτητα της Ελλάδας σε σημαντικές αναδυόμενες αγορές και το ανθρώπινο δυναμικό της, μεταξύ άλλων, κατέστησαν τη χώρα προορισμό γι’ αυτή την επένδυση. 

Αντίστοιχα, στο τέλος του προηγούμενου έτους, αποφάσισε να επενδύσει στην Ελλάδα και η Amazon Web Services, προχωρώντας στην εγκατάσταση Τοπικής Ζώνης, μίας εκ των συνολικά έντεκα που σχεδιάζει να δημιουργήσει σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η αξία της επένδυσης της Amazon Web Services στην Ελλάδα αναμένεται να αγγίξει τα 200 εκατ. ευρώ, αναφέρουν πηγές σε άμεση επαφή με τη διαδικασία. Οι Τοπικές Ζώνες μειώνουν τον χρόνο απόκρισης (latency) εφαρμογών. Προσφέρουν υπολογιστική ισχύ, ψηφιακό αποθηκευτικό χώρο, βάσεις δεδομένων και άλλες επιλεγμένες υπηρεσίες μέσω υποδομών που εγκαθίστανται πολύ κοντά σε μεγάλα αστικά, βιομηχανικά και τεχνολογικά κέντρα. Και βελτιώνουν έτσι τις υπηρεσίες που φιλοξενούν. Κάπως έτσι, η Ελλάδα αναδεικνύεται σε χώρα όπου θα έχουν τοπική παρουσία με υποδομές οι τρεις μεγαλύτερες πολυεθνικές παροχής υπηρεσιών cloud, γεγονός που δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για να «τρέξει» τον ψηφιακό της μετασχηματισμό, αλλά και για να υποστηρίξει την ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΠΑΤΡΑ, ΓΙΑΝΝΕΝΑ

Παράλληλα, στον κλάδο των νέων τεχνολογιών στις τηλεπικοινωνίες, οι επενδύσεις που έχουν δρομολογηθεί σε βαριές υποδομές στο εγχώριο δίκτυο και ειδικότερα στα δίκτυα οπτικών ινών και κινητής τηλεφωνίας προσμετρώνται σε ποσά άνω των 5 δισ. ευρώ. Οι Nova-Wind ανακοίνωσαν προ ολίγων εβδομάδων επενδύσεις 2 δισ. ευρώ έως το 2027 για την ανάπτυξη ψηφιακών υποδομών ταχύτητας 10 Gbps και ειδικότερα δικτύου οπτικών ινών μήκους 22.000 χλμ. αλλά και επέκταση του δικτύου 5G. Η Vodafone επίσης υλοποιεί επενδύσεις ύψους 600 εκατ., που αφορούν τόσο στην ανάπτυξη οπτικών ινών όσο και στην επέκταση του δικτύου 5G. Ωστόσο, το μεγαλύτερο επενδυτικό πρόγραμμα των τηλεπικοινωνιακών ομίλων «τρέχει» ο ΟΤΕ: έργο ανάπτυξης οπτικών ινών ύψους 3 δισ. ευρώ.

Στο μεταξύ, κέντρα ανάπτυξης και καινοτομίας αναπτύσσονται στους δρόμους της Θεσσαλονίκης, της Πάτρας, των Ιωαννίνων και του Ηρακλείου Κρήτης. Η Cisco λειτουργεί στη Θεσσαλονίκη το «Διεθνές Κέντρο Ψηφιακού Μετασχηματισμού και Ψηφιακών Δεξιοτήτων». Στα Ιωάννινα η γερμανική TeamViewer, η οποία δραστηριοποιείται στις εφαρμογές απομακρυσμένης σύνδεσης και εργασίας, εγκατέστησε το δικό της Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογίας. Στο Ηράκλειο της Κρήτης η Lamda Hellix της Digital Realty αποφάσισε να εγκαταστήσει το πέμπτο data center της στην Ελλάδα, επένδυση προϋπολογισμού 100 εκατ. ευρώ, ενώ και η ελληνική Lancom από τη Θεσσαλονίκη σχεδιάζει data center στην Κρήτη με ορίζοντα ενεργοποίησής του το 2024. Η PwC, από την πλευρά της, έχει επεκταθεί και στην Πάτρα με το PwC Technology & Innovation Hub. Στη Θεσσαλονίκη με οδηγό και την παρουσία του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου έχει ήδη δημιουργηθεί ένα αξιοσημείωτο οικοσύστημα έρευνας και ανάπτυξης του κλάδου − η Accenture έχει αναπτύξει hub σε σύγχρονες εγκαταστάσεις στην Πυλαία, όπως και η Deloitte, η οποία λειτουργεί το Deloitte Alexander Competence Center, που απασχολεί περί τους 800 Έλληνες επιστήμονες. Πρόκειται για ενδεικτικές και μόνο αναφορές ενός πολυάριθμου δικτύου κέντρων έρευνας και ανάπτυξης τεχνολογιών, εφαρμογών και υπηρεσιών, αλλά και ενός μεγάλου αριθμού νεοφυών επιχειρήσεων. Η Salesforce, μια αμερικανική πολυεθνική λογισμικού, που βασίζεται στο cloud, η οποία παρέχει υπηρεσίες διαχείρισης πελατειακών σχέσεων (CRM), αυτοματοποίησης μάρκετινγκ, ανάλυσης και ανάπτυξης εφαρμογών, με ενεργητικό 66,3 δισ. δολαρίων, έχει εντατικοποιήσει και μεγεθύνει τη δραστηριοποίησή της στην Ελλάδα εν γένει.

Στη λειτουργία ενός νέου γραφείου στην Αθήνα θα προχωρήσει και η JP Morgan, με στόχο να στεγάσει ένα νέο Κέντρο Καινοτομίας Πληρωμών (Payments Innovation Lab), το οποίο θα στελεχωθεί αρχικά με 50 άτομα. Το Payments Innovation Lab θα παρέχει υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης στη μονάδα ηλεκτρονικών πληρωμών της JP Morgan, δουλεύοντας πάνω σε τεχνολογίες όπως το Blockchain, η Τεχνητή Νοημοσύνη και η κρυπτογράφηση. «Θέλουμε να παραμείνουμε στην κορυφή της καινοτομίας στις πληρωμές και το γραφείο στην Αθήνα θα αποτελέσει βασικό κέντρο στις δραστηριότητές μας», δήλωσε ο Τάκης Γεωργακόπουλος, επικεφαλής της JP Morgan Payments, ενώ ο Στέλιος Παπαδόπουλος, Senior Country Officer της JP Morgan στην Ελλάδα, σημείωσε πως «η επένδυσή μας σε ένα νέο γραφείο και τοπικό, υψηλής ειδίκευσης προσωπικό αποτελεί απόδειξη της μακροπρόθεσμης δέσμευσης της JP Morgan στην Ελλάδα».

Ωστόσο, η χώρα εξακολουθεί να αναζητά τρόπους να βελτιώσει το περιβάλλον στο οποίο συντελείται ο ψηφιακός μετασχηματισμός της. Στα μέσα Σεπτεμβρίου δημοσιοποιήθηκε η έκθεση της Επιτροπής Έρευνας και Τεχνολογίας της Βουλής με αντικείμενο την «επιχειρηματική αξιοποίηση της τεχνολογικής έρευνας και καινοτομίας». Η Επιτροπή, υπό τον πρόεδρό της Χρήστο Ταραντίλη, καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και βουλευτή Επικρατείας της ΝΔ, συνέταξε τη συγκεκριμένη έρευνα μετά από εκτενή διαβούλευση με όλους τους stake holders. Τόσο θεσμικούς (υπουργούς, πρυτάνεις, επικεφαλής ερευνητικών κέντρων, δημόσιων οργανισμών και ευρωπαϊκών θεσμών κ.ά.) όσο και ιδρυτές νεοφυών (startup) επιχειρήσεων, τεχνολογικής καινοτομίας και εταιρειών (spin-off) που αξιοποιούν τα αποτελέσματα που παράγονται στα ελληνικά πανεπιστήμια αλλά και ερευνητικά κέντρα της χώρας. Μεταξύ τους, ιδρυτές ελληνικών εταιρειών που εξαγοράστηκαν από διεθνείς επιχειρηματικούς κολοσσούς, καθώς και εταιρειών-«μονόκερων» με αποτίμηση άνω του 1 δισ. δολαρίων. Και βέβαια επενδυτές, ιδρυτές ταμείων επιχειρηματικών συμμετοχών −και όχι μόνο− που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Άνθρωποι που δεν θέλουν να έχουν σχέση με την πολιτική, ωστόσο, έσπευσαν να συνδράμουν. Η έκθεση περιλαμβάνει σχεδόν 60 προτάσεις πολιτικής για την ενίσχυση του οικοσυστήματος καινοτομίας, οι οποίες εστιάζουν σε θέματα στρατηγικού σχεδιασμού, βελτίωσης των υποδομών, ταλέντου, χρηματοδότησης, οικονομικής αποτελεσματικότητας και προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας. Το ψηφιακό τρένο έχει μπει στις ράγες και επιταχύνει με οδηγό τις καλύτερες διεθνείς πρακτικές.

Πηγή: kathimerini.gr